Οι ‘’αδικημένοι’’ του Ελληνικού Μπάσκετ που έπρεπε να είναι στο Hall of Fame της Fiba
Στο Ελληνικό Μπάσκετ, υπάρχουν ομάδες και αθλητές που έπρεπε να βρίσκονται εδώ και χρόνια στο Hall of Fame της Fiba.
Συγκεκριμένα θα έπρεπε να βρίσκεται η ‘’χρυσή’’ πεντάδα του Πανελληνίου του 1955, Θέμης Χολέβας, Παναγιώτης Μανιάς, Κώστας Παπαδήμας, Μίμης Στεφανίδης, Αριστείδης Ρουμπάνης.
Σε μια πληγωμένη και καταρρακωμένη μετεμφυλιακή Ελλάδα, το μπάσκετ των 50s ήταν σε προεμβρυακή κατάσταση ακόμη. Βέβαια η ομάδα της Κύψελης, διατηρώντας τμήμα καλαθοσφαίρισης προπολεμικά ήταν σε θέση ισχύος έναντι άλλων, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσει εντός των τειχών, κατακτώντας 3 εθνικά πρωταθλήματα σε 4 χρόνια. Του 1955 μάλιστα ήταν αήττητο (5-0) με τις υπέρ του διαφορές να κυμαίνονται από 15 έως 72 πόντους! Το στιλ ήταν πρωτοποριακό για την εποχή, αφού στηριζόταν στην ταχύτητα και στην αθλητικότητα ως θεμελιώδη στοιχεία, κάτι που προσέλκυε παράγοντες από το εξωτερικό για να δουν αγωνιζόμενους τους Στεφανίδη, Χολέβα, Παπαδήμα και Ρουμπάνη. Την ίδια σεζόν η συμμετοχή στο διεθνές τουρνουά του Σαν Ρέμο και η κατάκτηση της πρωτιάς ισοδυναμούσε τότε με το Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Έπειτα θα έπρεπε να είναι η πεντάδα της ΑΕΚ του 1968 που κατέκτησε το Κύπελλο Ευρώπης, Γιώργος Aμερικάνος, ο Γιώργος Tρόντζος, ο Xρήστος Zούπας, Στέλιος Bασιλειάδης, Aίας Λαρεντζάκης.
Ένα τσούρμο ταλαντούχων Ελλήνων που κατέληξαν να γίνουν μια παρέα ‘κολλητών’, κάτι παραπάνω από μια ομάδα, η οποία σε καιρούς χαλεπούς για τη χώρα παρέδωσε στις επόμενες γενιές μια ανεκτίμητη κληρονομιά: το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο που κατακτήθηκε σε ομαδικό σπορ, το Κύπελλο Κυπελλούχων στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Αμερικάνος, Τρόντζος, Λαρεντζάκης, Ζούπας, Χρηστέας, Βασιλειάδης, λίγο νωρίτερα ο αδικοχαμένος Μόσχος, λειτούργησαν ο ένας για τον άλλον, σαν σύγχρονοι σωματοφύλακες του Αλέξανδρου Δουμά, και κατάφεραν, υπακούοντας στις οδηγίες του Νίκου Μήλα, να δημιουργήσουν την πρώτη ευρεία γενιά φιλάθλων για το σκορ. Η ίδια ομάδα κατέκτησε το πρωτάθλημα της ίδιας σεζόν χωρίς να χάσει αγώνα (22-0) – το κύπελλο δεν είχε συσταθεί ακόμη ως διοργάνωση.
Εν συνέχεια θα έπρεπε να είναι ο ‘’Αυτοκράτορας’’ του Ελληνικού Μπάσκετ Βασίλης Γκούμας. Ήταν ο πρώτος στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ που ξεπέρασε τους 10.000 πόντους στο πρωτάθλημα. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 1992 ήταν ο πρώτος σκόρερ από καταβολής Α’ Εθνικής. Τέσσερις φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και 8ος σκόρερ στην ιστορία της Εθνικής ομάδας των ανδρών.
Ο Βασίλης Γκούμας “έχτισε” ένα από τα πιο εντυπωσιακά “βιογραφικά” σε μία εποχή που το μπάσκετ στη χώρα μας δεν ήταν ακόμη σε επαγγελματικό επίπεδο. Η καριέρα του συνδέθηκε περισσότερο με τον Πανελλήνιο με τη φανέλα του οποίου άλλωστε έζησε τα πιο παραγωγικά χρόνια του παρότι έπαιζε στο υψηλότερο επίπεδο, στην Α1 δηλαδή, μέχρι τα 41 του!
Τέλος, θα έπρεπε να είναι ο Γιώργος Κολοκυθάς, που υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους μπασκετμπολίστες που προηγήθηκε της εποχής του, με δεινή ευχέρεια στο σκοράρισμα. Αποτελεί μια ιστορική φυσιογνωμία του αθλήματος.
Σημαντικό κομμάτι στην καριέρα του, το οποίο συντέλεσε στο να τον μνημονεύουν και εκτός συνόρων μέχρι σήμερα, ήταν η παρουσία του στην Εθνική Ομάδα. Σε 90 αγώνες σημείωσε 1807 πόντους, ενώ οι αντίστοιχοι αριθμοί σε ότι αφορά τα Ευρωμπάσκετ είναι 25 και 492: 19,7 πόντοι μέσο όρο. Ο Κολοκυθάς ήταν ο πρώτος Έλληνας παίκτης που αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ σε Ευρωμπάσκετ. Και όχι σε ένα, αλλά σε δύο: Το πρώτο ήταν το 1967 στο Ελσίνκι όπου είχε 22,9 πόντους μέσο όρο και το δεύτερο στην Καζέρτα με 22,7 πόντους μέσο όρο. Φρόντισε μάλιστα το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του με την Εθνική Ομάδα να είναι από καλύτερά του με τη γαλανόλευκη: Στις 4 Μαϊου 1971 σημείωσε 35 πόντους απέναντι στην Εθνική Σκωτίας.
Όπως γίνεται αντιληπτό μιλάμε για ομάδες και αθλητές που ‘’σημάδεψαν’’ ιστορικά το Ελληνικό μπάσκετ και τα μέλη της επιτροπή του Hall of Fame της Fiba, θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικοί με τις Ελληνικές επιλογές.
Γ.Π.